There is no translation available.

halkidiki greece sea seagull village 600x400Halkidiki Greece

Halkidiki is a very versatile region, characterized by miscellaneous landscapes. The peninsula is famous for its long coastlines but also the Holomondos-mountains, shaping the central North, providing a highly impressive landscape. Forests and a wide flora in combination with the clear waters of the Aegean Sea lead to an omnipresent color composition of Blue and Green.

Halkidiki-Greece provides for each territory its own representation including a presentation of each village, its sightseeing-points, emergency contacts, guides about accommodation, gastronomic facilities, local services, hiking-routes and offers about local leisure activities

Halkidiki – Chalkidiki is a peninsula in the region Macedonia in Northern Greece surrounded by the Northern Aegean Sea. The peninsula consist a massive area in the Northwest and lead to three elongate Peninsulas in the South: Kassandra, Sithonia and Athos (In the Greek usage these peninsulas are usually called ‘legs’).

Due the shape and based on the Greek Mythology, Halkidiki also is described as the ‘Trident of Poseidon’. Administrative capital of Halkidiki is Polygyros, a town centrally located in the back-country.

Halkidiki is subdivided into five municipalities.
Polygyros - Nea Propontida - Aristotelis - Kassandra - Sithonia

Athos, the third ‘leg’ of the peninsulas is governed as an autonomous monastic state within the Greek Republic. For this reason it is not mentioned in the list of Halkidiki’s municipalities above.

The gulfs around Halkidiki
• The ‘Thermaic Gulf’ between the western coast of Halkidiki and the Greek mainland in the West and the Strymonic Gulf on the East of Halkidiki
• The ‘Toronaic Gulf’ between Kassandra and Sithonia and the Singitic Gulf between Sithonia and Athos

Halkidiki
The name of the region Halkidiki refers to Chalkis, one of the 4 city states of Euboea. Among others, also settlers from Chalkis founded colonies in Halkidiki around 800BC.
The earliest known organized settlements in Chalkidiki were founded by Thracians and Pelasgians around 4.000BC. First evidence of native tribes can be dated to 700.000BC. Most prominent evidences are the findings in the cave of Petralona.

Halkidiki or Chalkidiki?
Both are right. The word Chalkidiki refers to the Latin ‘Chalcidice’ and might be the most popular international expression. Yet, the locally preferred spelling is ‘Halkidiki’
This is a local project, so we prefer using the term ‘Halkidiki’. It's also closer to the Greek way of pronunciation.

 

Χαλκιδική-Ιστορία

Οι πρώτες αναφορές στη Χαλκιδική συναντώνται στην ελληνική μυθολογία. Στο «Φλεγραίο πεδίο» έγινε η αναμέτρηση Ολυμπίων Θεών και Γιγάντων και στην Κασσάνδρα βρίσκεται θαμμένος ο γίγαντας του σεισμού, Εγκέλαδος. Ο Άθως σχηματίστηκε από το βράχο που έριξε εναντίον των θεών ο ομώνυμος γίγαντας, ενώ η Σιθωνία οφείλει το όνομά της στο Σίθωνα, το γιο του Ποσειδώνα.
Οι μετέπειτα ιστορικές έρευνες κατέδειξαν ένα πλούσιο ιστορικό παρελθόν στη χερσόνησο της Χαλκιδικής. Τα ευρήματα, άλλωστε, στο Σπήλαιο των Πετραλώνων απέδειξαν ότι η παρουσία του ανθρώπου εδώ ξεπερνά τις 700.000 χρόνια, ενώ το κρανίο του αρχανθρώπου υπολογίζεται πως έχει ηλικία 200.000 ετών περίπου.
Εγκαταστάσεις οργανωμένης κοινωνίας έχουμε στη Χαλκιδική από το 4.000 π.Χ. και οι παλαιότεροι κάτοικοί της ήταν Θράκες και Πελασγοί.
Στην αυγή των ιστορικών χρόνων, στους Πελασγούς και τους Θράκες ήρθαν να προστεθούν οι Βοττιαίοι, καθώς και άποικοι από νοτιοελλαδικές περιοχές, κυρίως την Ερέτρια και τη Χαλκίδα. Οι πόλεις που δημιουργήθηκαν τόσο στο εσωτερικό, όσο και στις παραθαλάσσιες περιοχές, σπάνια ξεπέρασαν το στάδιο ενός πολίσματος, έζησαν όμως περιόδους μεγάλης ευημερίας, ανέπτυξαν εμπορικές συναλλαγές με ανατολή και νότο, στολίστηκαν με λαμπρούς ναούς (Άφυτις), ίδρυσαν εμπορεία (Μηκύβερνα), έχτισαν κάστρα και λιμάνια (Τορώνη), επέδειξαν πρωτοποριακά για την εποχή τους πολεοδομικά σχέδια και πλούσιες ιδιωτικές κατοικίες (Όλυνθος).
Στο τέλος του 5ου αι. π.Χ., οι 32 σπουδαιότερες πόλεις ιδρύουν υπό την ηγεσία της Ολύνθου, το «κοινόν των Χαλκιδέων», το οποίο θα διαλυθεί το 379 π.Χ. από τους Σπαρτιάτες. Το 348 π.Χ. ο Φίλιππος ενσωματώνει την περιοχή στο Μακεδονικό Βασίλειο. Στα Ελληνιστικά χρόνια ιδρύονται τρεις μεγάλες πόλεις: Κασσανδρεία (315), Ουρανούπολις (315) και Αντιγόνεια (280). Το 168 π.Χ. περνά στα χέρια των Ρωμαίων και παρακμάζει καθώς, οι πόλεις της περιήλθαν υπό τον έλεγχο κυρίως Ρωμαίων εμπόρων.
Η Χαλκιδική ασπάστηκε το Χριστιανισμό γύρω στο 50 μ.Χ., τότε δηλαδή που ο Απόστολος Παύλος πηγαίνοντας από τους Φιλίππους στη Θεσσαλονίκη πέρασε και από την Απολλωνία. Κατά τους Χριστιανικούς αιώνες θα δεχθεί πολλές καταστροφικές επιδρομές, όπως των Γότθων, των Ούννων και των Καταλανών.
Τον 8ο-9ο αι. μ.Χ., μέρος του «θέματος» της Θεσσαλονίκης, θα δεχτεί πλήθος μοναχών και αναχωρητών από την Ανατολή. Σε υλοποίηση της αυτοκρατορικής πολιτικής, οι νέοι αυτοί κάτοικοι της Χερσονήσου του Άθω, διωγμένοι από τις εστίες τους, μπροστά στην εμφάνιση και την εξάπλωση των Αράβων επιδρομέων, θα εποικίσουν τα ερημωμένα πολίσματα και τις κωμοπόλεις για να ιδρύσουν εκεί το αξιολογότερο κέντρο μοναχισμού της Ορθοδοξίας, που το 885 μ.Χ. θα βρει την επίσημη αναγνώριση και υποστήριξή του στο χρυσόβουλλο του Βασιλείου Α΄ Μακεδόνα.
Στα μέσα του 14ου αιώνα ένα μεγάλο μέρος της Χαλκιδικής προσαρτήθηκε στο Σερβικό κράτος, ενώ πριν την υποδούλωση στους Τούρκους η Κασσάνδρα και άλλες παραλιακές περιοχές βρέθηκαν υπό την κυριαρχία των Βενετών.
Η υποδούλωση στους Τούρκους ήρθε το 1430 και τότε η Χαλκιδική αποτέλεσε τμήμα του σαντζακιού της Θεσσαλονίκης. Παρά τις αυθαιρεσίες της τυραννικής εξουσίας, από τα μέσα του 15ου αι. μ.Χ. η περιοχή άρχισε να ευημερεί χάρη στην εκμετάλλευση των μεταλλευτικών κοιτασμάτων της, αλλά και την αύξηση της σιτοπαραγωγής, τη μεταξοσκωληκοτροφία και την κτηνοτροφία. Εξαιτίας αυτής της ευημερίας τα παραλιακά χωριά αντιμετώπισαν πολλές επιδρομές πειρατών.
Το Μάιο του 1821 οι Χαλκιδιώτες επαναστατούν, υπό την ηγεσία του Εμμανουήλ Παππά, χωρίς όμως επιτυχία. Νέα επανάσταση έρχεται στο προσκήνιο το 1854, υπό τον Τσιάμη Καρατάσο. Επαναστατικός αέρας έπνευσε στη Χαλκιδική και το 1878, όμως οι Τούρκοι πήραν έγκαιρα προληπτικά μέτρα και η κίνηση ματαιώθηκε. Στις αρχές του 20ού αιώνα η Χαλκιδική παίρνει μέρος στο Μακεδονικό Αγώνα. Πολλοί Χαλκιδικιώτες όχι μόνο συμμετέχουν στα διάφορα σώματα των Μακεδονομάχων, αλλά φτιάχνουν και οι ίδιοι μικρότερα σώματα και πολεμούν κατά των κομιτατζήδων. Η πολυπόθητη ελευθερία θα έλθει τελικά τον Οκτώβριο του 1912.
Το 1922, τέλος, με την εγκατάσταση χιλιάδων προσφύγων από τη Μ. Ασία άρχισε μια καινούρια φάση στην ιστορία της Χαλκιδικής. Πλάι στα ντόπια χωριά φύτρωσαν 27 καινούρια, η συμβολή των οποίων στην οικονομική και πολιτιστική εξέλιξη της Χαλκιδικής είναι πολύ σημαντική.

 

 

 

 

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΉΣ

Κατά τους προϊστορικούς χρόνους και έως την κλασική ακόμα εποχή, στα βόρεια παράλια του Αιγαίου, έως το Βέρμιο και τον Όλυμπο, κατοικούσαν θρακικά φύλα. Στη Χαλκιδική ήταν εγκατεστημένος ένας κλάδος των Hδωνών θρακών, οι Σιθώνιοι, από τους οποίους πήρε την ονομασία της, Σιθωνία, η κεντρική από τις 3 χερσονήσους της Χαλκιδικής (ονομάζεται επίσης και Λόγγος), η δυτική λεγόταν διαδοχικά Φλέγρα, Παλλήνη ή Κασσάνδρεια, η ανατολική, Ακτή και Άθως. Κατά τον 8ο αιώνα π.Χ. άποικοι από τη Χαλκίδα και την Ερέτρια απώθησαν τους Σιθωνίους, κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος των ακτών της χερσονήσου και ίδρυσαν αποικίες, δίνοντας έτσι το όνομα Χαλκιδική σε ολόκληρη τη χερσόνησο. Κατά τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. εποικούν στο βορειοδυτικό τμήμα της Χαλκιδικής (που από τότε έγινε γνωστό ως Βοττική), Βοττιαίοι, τους οποίους είχαν απωθήσει από την αρχική κοιτίδα τους (στην περιοχή των Ιχνών και της Πέλλας, δυτικά του Αξιού) οι Μακεδόνες. Περί το 600 π.Χ. Κορίνθιοι ιδρύουν την Ποτίδαια και Άνδριοι τη Σάνη, την Άκανθο και τα Στάγιρα. Κατά τους περσικούς πολέμους ο Ξέρξης υποχρεώνει τη Χαλκιδική να τον βοηθήσει στην εκστρατεία του εναντίον των Αθηνών• τότε οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν την περσική επικυριαρχία, να συμμετάσχουν στην κατασκευή του ισθμού στη χερσόνησο του Άθω και να δώσουν άνδρες και πλοία στους Πέρσες. Ύστερα όμως από την περσική ήττα στη Σαλαμίνα ακυρώνουν τις συμφωνίες τους με τους Πέρσες και τους διώχνουν από τις πόλεις τους. Έτσι υφίστανται τα αντίποινα των οπισθοφυλακών του Ξέρξη υπό τον Αρτάβαζο, ο οποίος πολιορκεί και καταστρέφει την Όλυνθο. Μετά τους περσικούς πολέμους οι πόλεις της Χαλκιδική συμπεριλαμβάνονται στην Αθηναϊκή Συμμαχία και αναμειγνύονται ενεργά στις ενδοελληνικές πολιτικές αντιθέσεις των Σπαρτιατών και των Αθηναίων (480-432 π.Χ.). Έτσι, με την είσοδο στον Πελοποννησιακό πόλεμο, η Χαλκιδική περνάει στο πολιτικό προσκήνιο. Το 432-431 π.Χ. οι πόλεις της Χαλκιδικής επαναστατούν, αποχωρούν από τη συμμαχία, συνασπίζονται υπό την ηγεσία της Ολύνθου και σχηματίζουν το Κοινόν των Χαλκιδέων, συμμαχία που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ομοσπονδίας κρατών της αρχαιότητας: όλα τα μέλη της έχουν κοινούς νόμους και όλοι είναι πολίτες του ίδιου κράτους. Το Κοινόν έκοψε ωραιότατα αργυρά νομίσματα, που κυκλοφορούσαν στην περιοχή της Βαλκανικής, όπου τα μιμήθηκαν, δείγμα της ποικιλόμορφης ακτινοβολίας της Χαλκιδικής, στη βαρβαρική ενδοχώρα. Κατά τη δεκαετία 390-380 π.Χ. το Κοινόν των Χαλκιδέων είχε τόση δύναμη, ώστε πήρε από τους Μακεδόνες την περιοχή του Ανθεμούντος (γύρω στη Γαλάτιστα και στα Βασιλικά) και για μικρό διάστημα ακόμα και την πρωτεύουσα Πέλλα. Το 328 π.Χ. στα πράγματα της Χαλκιδικής επεμβαίνουν οι Σπαρτιάτες, ύστερα από πρόσκληση των Ακανθίων, και το 379 π.Χ. οι Χαλκιδείς γίνονται υποτελείς σύμμαχοι των Σπαρτιατών, σύντομα όμως προσχωρούν στη δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία. Αλλά ορισμένες ενέργειες των Αθηναίων (μεταξύ άλλων η ίδρυση κληρουχίας στην Ποτίδαια, το 362 π.Χ.) τους ανησυχούν και τους οδηγούν τελικά σε συμμαχία με τον Φίλιππο (356 π.Χ.), ο οποίος τους παραχωρεί τον Ανθεμούντα και την Ποτίδαια, από την οποία διώχνει την αθηναϊκή φρουρά. Αργότερα, μαζί με την Όλυνθο, ο Μακεδόνας βασιλιάς θα καταστρέψει και τις άλλες πόλεις του Κοινού των Χαλκιδέων. Από τότε ολόκληρη η χερσόνησος, τμήμα πλέον του μακεδονικού βασιλείου, θα ακολουθήσει την κοινή ιστορική τύχη της Μακεδονίας στα χρόνια του Αλεξάνδρου και στη ρωμαιοκρατία.
Αρχαιολογικά δεν έχει ερευνηθεί η Χαλκιδική, μόνο στην Όλυνθο έγιναν συστηματικές ανασκαφές και περιορισμένης έκτασης, λόγω τυχαίων ευρημάτων, σε διάφορα σημεία. Αναφέρονται πάντως πολλές αρχαίες πόλεις της Χαλκιδικής. Στο βορειοδυτικό τμήμα, υπήρχε ο Ανθεμούς από τον οποίο η περιοχή ονομαζόταν Ανθεμουσία (μια ίλη ιππικού από την Ανθεμουσία είχε ακολουθήσει τον Αλέξανδρο στην ασιατική εκστρατεία του). Νοτιότερα, υπήρχε η περιοχή Κρουσίς ή Κροσσαίη που άρχιζε από το ακρωτήριο της Αινείας (το σημερινό Μέγα 'Εμβολον - Καραμπουρνού) και περιλάμβανε τις πόλεις Αίνεια, Σμίλα, Κάμψα, Γίγωνο, κοντά στην Επανωμή, Λίσας Κώμβρεια και Λίπαξο. Νοτιότερα ακόμα ήταν η Βοττική, όπου εκτός από την Όλυνθο υπήρχαν οι πόλεις Αντιγόνεια, Σπάρτωλος, Σκώλος και Μίλκωρος. Στη δυτική από τις 3 μικρές χερσονήσους, την Παλλήνη (που προηγουμένως ονομαζόταν Φλέγρα και μετά την ίδρυση της Κασσάνδρειας Κασσάνδρα), αναφέρονται, εκτός από την Ποτίδαια, οι πόλεις: Σκύθαι, Άφυτις όπου υπήρχε το ιερό του Άμμωνα Δία, Νέα Πόλις, Αιγή, Θέραμβος Σκιώνη, Μένδη, πατρίδα του γλύπτη Παιωνίου, και Σάνη. Στη μεσαία χερσόνησο, τη Σιθωνία, που ήταν πυκνοκατοικημένη κατά την αρχαιότητα, σπουδαιότερη πόλη ήταν η Τορώνη, στον Κωφό λιμένα (το σημερινό Πόρτο Κουφό) στην οποία οφείλει το παλαιότερο όνομά του (Τορωναίος) ο κόλπος της Κασσάνδρας. Άλλες πόλεις της Σιθωνίας ήταν από Βορρά προς Νότο στην ανατολική ακτή η Φύσκελλα, που αναφέρεται μόνο από Ρωμαίους συγγραφείς, η Παρθενόπολις και η Γαληψός και στην ανατολική ακτή η Άσσα, η Πίλωρος η Σίγγος, στην οποία οφείλει την ονομασα του (Σιγγιτικός) ο κόλπος του Αγίου Όρους, η Σάρτη, η Άμπελος κ.ά. Στη χερσόνησο του Άθω υπήρχαν η Σάνη, κοντά στον ισθμό, όπου ο αδελφός του Κασσάνδρου Αλέξανδρος έχτισε την Ουρανούπολη, το Δον, η Ολόφυξρς η Απολλωνία, οι Κλεωναί, η Θύσσος το Ακρόθωον κ.ά. Στο εσωτερικό της Χαλκιδικής αναφέρονται η Σερμύλη, κοντά στη σημερινή Ορμύλια, η Απολλωνία, οι Άρναι κ.ά. και στην ανατολική ακτή η Άκανθος, κοντά στην Ιερισσό, η Στρατονίκη, η Στάγιρος (Στάγειρα) κ.ά.
Κατά τον Μεσαίωνα, η Χαλκιδική δεν παρουσίασε ιδιαίτερη ιστορική πορεία από την υπόλοιπη κεντρική Μακεδονία. Είναι πάντως αξιοσημείωτο το γεγονός ότι στη Χαλκιδική οι βαρβαρικές εισβολές, ιδίως οι σλαβικές, είναι σχετικά περιορισμένες και δεν έχουν σοβαρές εθνολογικές επιπτώσεις. Παρ' όλα αυτά η Χαλκιδική δέχεται και αυτή τα αποτελέσματα της ληστρικής πολιτικής των Φράγκων κυριάρχων (κατά τον 13o αιώνα) και υφίσταται τις τρομερές επιθέσεις των Καταλανών κατά τη σαρωτική τους πορεία από την Κωνσταντινούπολη προς τη Θεσσαλία και τη νότια Ελλάδα στις αρχές του 14ου αιώνα. Με την ιστορία εξάλλου της Χαλκιδικής είναι στενά συνδεδεμένη με τον 9ο αι. και εξής η ανάπτυξη της μοναστικής πολιτείας του Αγίου Όρους. Ήδη στην τελευταία περίοδο της βυζαντινής ιστορίας η Χαλκιδικής συνδέθηκε στενά με τον Άθω, ιδίως σε θέματα οικονομικά, που τα δημιούργησε η παραχώρηση από τους αυτοκράτορες μεγάλων δασικών και γεωργικών εκτάσεων στις μοναστικές περιουσίες. Η Χαλκιδική πέρασε και αυτή (1364-1371), όπως και η υπόλοιπη κεντρική και νότια Μακεδονία, στην επικυριαρχία του Σέρβου διαδόχου του Δουσάν I. Ούγλεση.
Στην τελευταία δεκαετία του 14ου αιώνα αρχίζει η οθωμανική κατάκτηση της Χαλκιδικής, η οποία ολοκληρώνεται -ύστερα από εφήμερη ελληνική ανακατάκτηση (Μανουήλ Παλαιολόγος, 1403)- στα χρόνια του σουλτάνου Μουράτ B' (γύρω στο 1422). Η πρόσκαιρη εξάλλου βενετική κατοχή της Θεσσαλονίκης δίνει την ευκαιρία στους Βενετούς να επεκτείνουν το 1425 και για μικρό χρονικό διάστημα την κυριαρχία τους σε μερικές πόλεις και τμήματα της Χαλκιδικής (Κασσάνδρεια, Ιερισσός). Μετά την παγίωση της τουρκοκρατίας στη Μακεδονία η Χαλκιδικής μετατρέπεται, κατά τα τέλη του 15ου αιώνα και τον 16o αιώνα, σε αληθινό καταφύγιο κατοίκων άλλων περιοχών της Ελλάδας. Εδώ δεν έχουμε τη μαζική μετακίνηση των πληθυσμών προς τα ορεινά. Οι κάτοικοι της περιοχής, προφυλαγμένοι από τον ορεινό όγκο του Χολομώντα, καλλιεργούν τα πεδινά, διατηρούν τις παλιές παραδόσεις και την καθαρότητα του γένους τους. Περισσότερο ασφαλείς, και γι' αυτό περισσότερο πυκνοκατοικημένες, είναι οι 3 χερσόνησοι, ιδίως η Κασσάνδρα.
Στους ελληνικούς πληθυσμούς που κατέφευγαν στη Χαλκιδική για λόγους ασφαλείας πρέπει να προστεθούν και πλήθος εργατών, Ελλήνων, αλλά και ξένων (Βουλγάρων, Σέρβων, Τούρκων, Αλβανών και Γερμανών ακόμα), οι οποίοι έρχονταν στα μεταλλευτικά κέντρα της Χαλκιδικής για να βρουν εργασία. Τέτοια κέντρα -που έδιναν πολλές δυνατότητες οικονομικής δραστηριότητας και στους κατοίκους των γύρω χωριών- υπήρχαν δύο, στα παλιά βυζαντινά μεταλλεία, τα Σιδηρόκαψα (Σιδηροκαύσια, στα τουρκικά Σεντέρ-καπισί), και τα μεταλλεία που βρίσκονταν στο σημερινό Μαντέμ Λάκο (κοντά στη Στρατονίκη, στην κοιλάδα που καταλήγει στη λίμνη Βόλβη). Τα χωριά που ζούσαν από τα μεταλλεία αποτελούσαν ένα είδος συνεργατικής ομοσπονδίας που κατάφερε σιγά- σιγά να αποκτήσει κάποια αυτονομία. Κέντρο τους ήταν η Λιαρίγκοβα (Αρναία) ή ο Μαχαλάς. Ως επόπτης της τουρκικής διοίκησης για τον έλεγχο των παραγόμενων ποσοτήτων ήταν τοποθετημένος ο μαντέμ εμίν. Στις αρχές του 19ου αι. τα χωριά, που αποτελούσαν τη δραστήρια αυτή ομάδα, ήταν 12 (Γαλάτιστα, Βάβδος Ραβνά, Στανός, Βαρβάρα, Λιαρίγκοβα, Νοβοσέλο, Μαχαλάς, Ίσβορος, Χωρούδα, Ρεβινίκια και Ιερισσός).
Ανάλογη δραστηριότητα και σχετικά προνόμια είχαν και άλλα 15 τουλάχιστο χωριά της Χαλκιδικής, τα λεγόμενα Χασικοχώρια. Βρίσκονταν στα νοτιοδυτικά των Μαντεμοχωρίων και πλήρωναν τους φόρους τους όχι στους τοπικούς Τούρκους αγάδες, αλλά κατευθείαν στα αυτοκρατορικά ταμεία (Χαζνέι χασε) της Κωνσταντινούπολης. Για ένα μεγάλο διάστημα και τα χωριά αυτά αποτέλεσαν ομοσπονδία, με δικούς τους τοπικούς άρχοντες (βεκίληδες), οι οποίοι διατηρούσαν υποτυπώδη γραμματεία και εκπροσωπούνταν επίσημα στον Τούρκο αγά της πρωτεύουσάς τους, του Πολύγυρου. Στα τέλη του 18ου αιώνα ολόκληρη η Χαλκιδική, εκτός από τα τουρκικά τσιφλίκια και τα αγιορείτικα μετόχια, ανήκε στη μεγάλη κοινή ομοσπονδία των Μαντεμοχωριτών και των Χασικοχωριτών. Μέσα στα πλαίσια της ομάδας αυτής διακρίνονταν για ένα διάστημα μικρότερες ενότητες χωριών, όπως των χωριών της Κασσάνδρας, που υπάγονταν τυπικά στον Τούρκο βοεβόδα της Βάλτας και ανέπτυσσαν ανάλογη οικονομική δραστηριότητα με τα άλλα χωριά της Χαλκιδικής.
Κρίσεις δημιούργησε στα Μαντεμοχώρια ήδη από τα τέλη του 17ου αιώνα η μείωση της ποσότητας των εξαγόμενων μετάλλων. Αυτό είχε ως συνέπεια την επιβάρυνση των κατοίκων της Χαλκιδικής με πρόσθετα οικονομικά βάρη, που τα προτίμησαν από τον περιορισμό των προνομίων τα οποία τους έδινε η συνεταιριστική εργασία στα μεταλλεία τους. Σοβαρό, τέλος, χτύπημα για την αυτονομία τους αποτέλεσε η υπαγωγή, το 1806 των Μαντεμοχωρίων και των μεταλλευτικών τους πηγών στη δικαιοδοσία του ισχυρού τοπάρχη των Σερρών, Ισμαήλ μπέη. Μόλις το 1819 οι κάτοικοι κατάφεραν, με ενέργειές τους στην Υψηλή Πύλη, να του αποσπάσουν την εκμετάλλευση των μεταλλείων τους, την οποία θα διατηρήσουν έως το 1821.
Τον 16ο αλλά ιδιαίτερα τον 17ο αιώνα η πειρατεία φαίνεται πως αποτελεί κανόνα της καθημερινής ζωής. Από τον Θερμαϊκό ως τη Μάνη και το Λιβυκό πέλαγος τα πειρατικά καράβια παραμονεύουν, για να δράσουν την κατάλληλη στιγμή. Οι ελληνικές ακτές με τους βράχους, τις σπηλιές, τα δάση και τους αθέατους όρμους αναδεικνύονται σε ιδανικά κρησφύγετα. Είναι γεγονός ότι κατά την περίοδο της τουρκικής κατάκτησης επιδίδονται στην πειρατεία, στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, άνθρωποι κάθε εθνικότητας και θρησκεύματος, ανάμεσα τους και οι Έλληνες.
Η Κασσάνδρα δεινοπάθησε αρκετά και από την έντονη πειρατική δραστηριότητα που παρατηρήθηκε στις ακτές της κατά τον 18o και 19o αιώνα. Η κατάσταση αυτή έφτασε σε κρίσιμο σημείο κατά την εποχή των τελευταίων βενετοτουρκικών πολέμων και των πρώτων ρωσοτουρκικών. Η πειρατεία στα παράλια της Κασσάνδρας θα ξαναγνωρίσει ακόμα μια περίοδο άνθησης κατά τα προεπαναστατικά, αλλά κυρίως κατά τα μετεπαναστατικά χρόνια, όταν οι Bόρειες Σποράδες θα γίνουν αληθινές φωλιές πειρατών και κουρσάρων, Ελλήνων και ξένων. Η εγκατάλειψη των παραλιακών περιοχών και η εγκατάσταση σε ασφαλέστερα μέρη είναι φαινόμενο που παρατηρείται συχνά στα χρόνια της σκλαβιάς και ιδιαίτερα σε περιόδους που η πειρατεία ανθεί.
Στις αρχές του 1828 περισσότερα από 1.000 πλοία ασχολούνται συστηματικά με την πειρατεία και λυμαίνονται το Αιγαίο. Από τον Ελλήσποντο ως τη Ρόδο και τα ανατολικά παράλια της Πελοποννήσου οι πειρατές προκαλούν με τη δράση τους πάμπολλα προβλήματα. Αυτός τελικά που κατόρθωσε να ελέγξει την κατάσταση ήταν ο Καποδίστριας, όταν ήρθε τον Ιανουάριο του 1828 στην Ελλάδα, για να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Η καταστολή της πειρατείας υπήρξε άμεση και εντυπωσιακή. Οι Δυνάμεις βέβαια πίεζαν τον Καποδίστρια σ' αυτό το θέμα, γιατί βλαπτόταν σοβαρά το εμπόριο τους. Ο κυβερνήτης οργάνωσε δύο ναυτικές μοίρες με τον Κωνσταντίνο Κανάρη και τον Ανδρέα Μιαούλη και με την παράλληλη δράση των ξένων στόλων κατέστρεψε τα ορμητήρια του Αιγαίου.
Καθώς προχωρούμε μέσα στον 19ο αιώνα, τα κρούσματα πειρατικών επιδρομών γίνονται σπανιότερα και είναι βέβαια ηπιότερης μορφής απ' ότι σε προγενέστερες εποχές, γεγονός που σχετίζεται με την αρτιότερη κρατική οργάνωση αλλά και με τον εκσυγχρονισμό της ναυτιλίας.
Η κατάσταση αυτή έφτασε σε κρίσιμο σημείο κατά την εποχή των τελευταίων βενετοτουρκικών πολέμων και των πρώτων ρωσοτουρκικών. Η πειρατεία στα παράλια της Χαλκιδικής θα ξαναγνωρίσει ακόμα μια περίοδο άνθησης κατά τα προεπαναστατικά, αλλά κυρίως κατά τα μετεπαναστατικά χρόνια, όταν οι Βόρειες Σποράδες θα γίνουν αληθινές φωλιές πειρατών και κουρσάρων, Ελλήνων και ξένων.
Στις παραμονές της Επανάστασης του 1821 η Χαλκιδική αρχίζει να αναπτύσσει έντονη συνωμοτική κίνηση με μυήσεις Φιλικών και συγκεντρώσεις όπλων. Αλλά η έναρξη επαναστατικών ενεργειών στη Χαλκιδική, που έδωσε το σύνθημα για την Επανάσταση και στην υπόλοιπη κεντρική Μακεδονία, πραγματοποιήθηκε ύστερα από την άφιξη στο Άγιο Όρος του Εμμανουήλ Παπά από τις Σέρρες, ο οποίος, μαζί με τον Κασσανδρινό Χάψα, οδήγησε τους κατοίκους στις εχθροπραξίες, χωρίς όμως να αποφύγει στο τέλος την καταστροφή (Μάρτιος - Οκτώβριος 1821).
Μετά την αποτυχία της εξέγερσης της Χαλκιδικής, πλήθος κατοίκων κατέφυγε στη χερσόνησο της Κασσάνδρας και από εκεί στις Βόρειες Σποράδες, ενώ άλλοι, κυρίως Κασσανδρινοί και Αγιορείτες, συνέχιζαν τη φυγή τους με περιπετειώδη ταξίδια στα νησιά του Αιγαίου και στην Πελοπόννησο. Ύστερα όμως από την εγκατάλειψη της Χαλκιδικής, οι τουρκικές αρχές της Θεσσαλονίκης -και ειδικότερα ο νικητής των Ελλήνων Μεχμέτ Εμίν πασάς- αναγκάστηκαν να φερθούν με επιείκεια πρώτα στους Σιθωνίτες (από τους οποίους αρκέστηκαν να πάρουν τα όπλα και τα κανόνια) και έπειτα στους Κασσανδρινούς. 'Έτσι άρχισε μερική παλινδρομική κίνηση των προσφύγων της Χαλκιδικής από τη νότια Ελλάδα προς την πατρίδα τους.
Νέες ωστόσο αναστατώσεις περίμεναν τη Χαλκιδικής κατά τις επαναστατικές προσπάθειες στη Μακεδονία και στη Θεσσαλία το 1854 και το 1878. Ιδιαίτερα το 1878 οι τουρκικές αρχές, ενόψει αποβάσεων εθελοντικών σωμάτων του πολιτικού στρατηγού Κοσμά Δουμπιώτη (1820-1922) στις ακτές της χερσονήσου, πήραν αυστηρά προληπτικά μέτρα εναντίον των κατοίκων για να τους αποθαρρύνουν από επαναστατικές ενέργειες. Η κατάσταση δεν σημείωσε ωστόσο αξιόλογες εξελίξεις έως την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων, οπότε, ύστερα από τις πρώτες ελληνικές επιτυχίες άρχισε γενική εξέγερση των χωριών της Χαλκιδικής (7 Οκτωβρίου 1912), κατάλυση των τουρκικών αρχών και επίσημη διακήρυξη της ένωσης της περιοχής με την υπόλοιπη ελληνική πλέον κεντρική Μακεδονία.
Το 1922 ο πληθυσμός της Χαλκιδικής αυξήθηκε ύστερα από τις αθρόες αφίξεις Μικρασιατών προσφύγων. Οι νέοι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν κυρίως στα παράλια και στα μετόχια του Αγίου Όρους, τα οποία πέρασαν σιγά-σιγά στα χέρια των κατοίκων.